Τα Αφεντικά-Κανάλια

 

 

Του Γιάννη Κουτσοκώστα

ΑΦΕΝΤΙΚΑ-ΚΑΝΑΛΙΑ

Τα Κανάλια είναι παραρουστιανίτικη περιοχή και η ονομασία που ταίριαζε σ’ αυτή ήταν Ρούστιανη. Όμως το όνομα που θυμίζει την ανωτέρω περιοχή το κράτησε το μοναστήρι αντίπερα των Καναλίων, που είναι γνωστό με το όνομα το μοναστήρι της Ρούστιανης.

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, στα σημερινά άνω Κανάλια ήταν η έδρα του Τούρκου εφένδη, γι’ αυτό ονομαζόταν Αφεντικά. Ετυμολογικά η λέξη αφεντικά είναι παράγωγη από την Τουρκική λέξη εφένδης ή αφέντης που προέρχεται από την Ελληνική αυθέντης, αφέντης και είναι τίτλος πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων , τιμητική προσφώνηση αντιστοιχούσα προς την Ελληνική κύριος.

Αν και δεν είναι εξακριβωμένο, αν τα Αφεντικά σε επίπεδο χωριού ήταν έδρα δημογερόντων που εκλέγονταν απο τους κατοίκους ή έδρα προκρίτων ή προεστών ή κοτσαμπάσηδων που τους εξέλεγαν οι δημογέροντες για την ευρύτερη περιοχή , όμως το τοπωνύμιο Αφεντικά συνηγορεί υπέρ της άποψης οτι ήταν έδρα προκρίτων ή προεστών για την ευρύτερη περιοχή (Αφεντικά , Πίτζιν, Ντελή, Ρουμιάτικα, Πουγκάκια). Ο Δημήτριος Αινιάν στο συγγραφικό του έργο (Αναμνήσεις μιας θερινής νυκτός εν Υπάτη) αναφέρει οτι η διαγωγή των κατοίκων του Τυμφρηστού και των περιοίκων μετά την υποδούλωσή τους στους Οθωμανούς ήταν αξιέπαινη. Πολλές φορές πολέμησαν του Τούρκους και τους απεδίωξαν από την πατρίδα τους. Αλλά μη δυνάμενοι να έχουν συγκοινωνία με τα πεδινά χωριά μέσα απο τα οποία είχαν διέλευση , προσπορίζονταν τα αναγκαία αγαθά και τα είχαν υποτάξει οι Τούρκοι παραδέχτηκαν και αυτοί την τουρκική κυριαρχία με συμβιβασμό υποσχεθέντες να δώσουν ορισμένους φόρους στους Τούρκους (κατ' αποκοπή).

Οι Τούρκοι αξιωματούχοι μαζί με την ένοπλη φρουρά και Οθωμανούς κατείχαν το καλύτερο και μεγαλύτερο μέρος της περιοχής. Κοντά σ’ αυτούς εγκαταστάθηκαν και οι προύχοντες, προεστοί οι οποίοι σε συνεργασία με τους αφεντάδες φρόντιζαν για την είσπραξη των φόρων. Δεν είναι βέβαιο αν η Τουρκική φρουρά ήταν μόνιμη στα Αφεντικά ή αν ερχόταν κατά χρονικά διαστήματα από τ’ Αγά, σίγουρη ήταν η παρουσία των Τούρκων εκπροσώπων και Οθωμανών κατοίκων. Τούτο επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οι μοναχοί του μοναστηριού της Ρούστιανης στις 26 Αυγούστου 1828 επιτυγχάνουν τη χορήγηση δανείου 650 τουρκικών γροσίων από τον Οθωμανό Μάλκο Βουστινά με τόκο 20% κατ’ έτος υπογράφοντες για το σκοπό αυτό χρεωστικήν ομολογίαν. Τόσο ο Μάλκος Βουστινάς όσο και ο έτερος δανειστής του μοναστηριού ο Νικόλαος Γιαννακόπουλος από το Γαρδίκι γνώρισαν πολύ καλά το μοναστήρι της Ρούστιανης, χορήγησαν δάνειο και ήλπιζαν ότι θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους με τους αναλογούντες τόκους. Ήσαν και οι δυο δανειστές περίοικοι του μοναστηριού. Δεν αποκλείεται ο Οθωμανός Μάλκος Βουστινάς να ήταν κάτοικος των Αφεντικών ή του Αγά. Στα έγγραφα δεν αναφέρεται ο τόπος κατοικίας του εν λόγω δανειστή.

Υπήρχε μια σαφής διάκριση ανάμεσα στα Αφεντικά και τα Ρουμιάτικα. Στα Αφεντικά επικρατεί το Τουρκικό στοιχείο με τους ολίγους Έλληνες προύχοντες και στα Ρουμιάτικα το καθαρό Ελληνικό στοιχείο, οι Ρωμιοί.

Όσο οι Τούρκοι εισέπρατταν τους φόρους έκαναν δυναμική την παρουσία τους στα Αφεντικά. Οι προύχοντες, οι προεστοί συγκέντρωναν τα φορολογήσιμα και τα παρέδιδαν στους Τούρκους. Όταν στο αρματολίκι της ευρύτερης περιοχής ήρθαν οι Κοντογιαννοίοι υπήρξε ανταγωνισμός ανάμεσα στους Κοντογιανναίους και στους προεστούς για την είσπραξη των φόρων, με αποτέλεσμα οι Κοντογιανναίοι να έχουν το πάνω χέρι στην είσπραξη των φόρων. Τότε η Τουρκική παρουσία στα Αφεντικά δεν ήταν εμφανής, όμως η καταπίεση από τους Κοντογιανναίους στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής για την είσπραξη των φόρων και για το αρματολιάτικο ( τον ειδικό τοπικό φόρο που κατέβαλαν οι κάτοικοι της περιφέρειας του αρματολικιού) γινόταν ασφυκτική.

Τα Αφεντικά είχαν πολλές πηγές και το νερό των πηγών το χρησιμοποιούσαν και για την άρδευση των χωραφιών των. Για το σκοπό αυτό έκαναν υδατοδεξαμενές-γούρνες, στις οποίες συγκεντρωνόταν το νερό των πηγών και δια των αυλακιών έφτανε στα χωράφια. Κατά τις μαρτυρίες των παλαιοτέρων περισσότερες από έξι υδατοδεξαμενές υπήρχαν μέσα στο χωριό.

Τα Αφεντικά χρόνο με το χρόνο επεκτείνονταν προς όλες τις κατευθύνσεις. Η όχθη του Ρουστιανίτη, αντίπερα του μοναστηριού της Ρούστιανης εκχερσώθηκε και κατοικήθηκε από τους Δερνικαίους και τους Σαμαρικαίους, οι οποίοι ήρθαν οι μεν πρώτοι από τη Ντελή, οι δε δεύτεροι από το Πίτζι. Επίσης το βαθυλάκκωμα ήταν σημαντική γεωργική περιοχή. Έτσι η περιοχή Αφεντικά αναπτύχθηκε γεωργικά, κτηνοτροφικά και πληθυσμιακά.

Μετά την απελευθέρωση οι κάτοικοι της περιοχής χρησιμοποιούσαν το ίδιο όνομα, τα Αφεντικά. Όμως οι πρακτικές ενέργειες των κατοίκων συνέβαλλαν να μετονομαστεί η περιοχή από Αφεντικά σε Κανάλια. Ετυμολογικά η λέξη Κανάλι είναι Ιταλική και σημαίνει αυλάκι, διώρυγα, ευρεία θαλασσία δίοδος, πορθμός.

Σημαντικός παράγοντας για τη γεωργική εκμετάλλευση είναι το νερό. Επειδή το νερό των πηγών που συγκεντρωνόταν στις υδατοδεξαμενές δεν επαρκούσε για το πότισμα των χωραφιών , αναγκάστηκαν να κάνουν αυλάκια μήκους χιλιομέτρων ή πολλών εκατοντάδων μέτρων για να μεταφέρουν το νερό από τις πηγές ή τα χαντάκια και τα ποτάμια στα χωράφια τους. Έτσι στην περιοχή των Καναλίων κατασκευάστηκαν πάνω από δέκα μεγάλα ή και μικρά κοινά αυλάκια, εκτός από τα ιδιωτικά. Το γεγονός αυτό , δηλ. η ύπαρξη πολλών αυλακιών και νεροσυρμών συνετέλεσε στην αλλαγή του ονόματος από Αφεντικά σε Κανάλια.

Άλλη πρακτική ενέργεια των κατοίκων που συνέβαλλε στην ονομασία ήταν τα κανάλια που ήταν ξύλινα αυλάκια από πανύψηλους κορμούς ελάτων. Στους κορμούς των ελάτων και κατά το μήκος τους έκαναν εγκοπές σε σχήμα V ή Π (νιοειδές ή πιοειδές),ώστε να διέρχεται το νερό. Αυτά ήταν τα γνωστά κανάλια τα οποία χρησιμοποιούσαν στα χαντάκια ή στους αρμακάδες για τη μεταφορά του νερού καθ’ όσον στα σημεία αυτά ήταν αδύνατη η κατασκευή στεγανού αυλακιού. Στην περιοχή μας γινόταν ευρεία χρήση τέτοιων καναλιών τα οποία απετέλεσαν εννοιολογικό στοιχείο για τη μετονομασία των Αφεντικών σε Κανάλια.

Η μετονομασία αυτή δεν προήλθε μόνο από τις πρακτικές ενέργειες των κατοίκων, αλλά και από την προσωνυμία των διερχομένων . Στις όχθες του Ρουστιανίτη ποταμού υπήρχαν πολλοί υδρόμυλοι και υδροτριβές. Οι γνωστότεροι ήσαν, ο ΣιολέϊκοςΚουτσοκωστέϊκοςΚουκιανέϊκος, κ.α. Οι Πουγκακιώτες και οι Παλαιοχωριάτες για να μεταβούν στη Λευκάδα ή και τη Σπερχειάδα πεζοπορώντας ακολουθούσαν την κοίτη του Ρουστιανίτη ποταμού. Όταν έφταναν στο Σιολέϊκο το μύλο έλεγαν ότι έφτασαν στον κάναλο. Κάναλος ήταν η ξύλινη χοάνη στον υδρόμυλο που τοποθετούσαν πλαγιαστά προς τη φτερωτή του υδρόμυλου ώστε να μετατρέπεται με τη μεταφορά του νερού στον κάναλο η δυναμική ενέργεια του νερού σε κινητική. Έτσι λοιπόν με τις πρακτικές ενέργειες των κατοίκων και την προσωνυμία των διερχομένων καθιερώθηκε η ονομασία της περιοχής από Αφεντικά σε Κανάλια.

Ακόμη και ο κάθετος εδαφικός διαμελισμός του χωριού μας θεώμενος απο ψηλά δίδει την αίσθηση καναλιού. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία συνηγόρησαν στην ονομασία της περιοχής σε Κανάλια.

Μετά την απελευθέρωση αναπτύχθηκε και άλλος οικισμός, τα Κάτω Κανάλια. Οι κάτοικοι με τις επίμονες εργασίες εκχέρσωσης και κατασκευής αυλακιών μετέτρεψαν την περιοχή σε γόνιμη και παραγωγική για τα δεδομένα της εποχής τους. Έτσι οι δυο μεγάλοι οικισμοί Άνω και Κάτω Κανάλια παρείχαν πόρους για ένα ανεκτό επίπεδο ζωής των κατοίκων, ώστε πολλοί να λένε σκωπτικά ότι και οι ψείρες …ευημερούσαν!

Πάνω Κανάλια – Κάτω Κανάλια

Που ‘ναι οι ψείρες σα.. δαμάλια!!

Οι κάτοικοι της περιοχής ήσαν γεωκτηνοτρόφοι. Αφού ο κίνδυνος των εχθρών εξέλειπε , άρχισαν να εγκαθίστανται σε τοποθεσίες που τους διευκόλυναν. Έτσι δημιουργήθηκαν νέοι γεωκτηνοτροφικοί οικισμοί όπως ο Άβαρος, το Ρομπόλο, τα Ζιρέλια και τα Τροχάλια.

Για τον Άβαρο όσον αφορά την ονομασία την πήρε από τη εγκατάσταση των Αβάρων στην τοποθεσία αυτή τον 7ον μΧ αιώνα.

Για την ονομασία της τοποθεσίας Ρομπόλο υπάρχουν δυο εκδοχές.

  1. Η λέξη Ρομπόλο προέρχεται από το ρήμα ροβολώή ροβολάωπου σημαίνει βαδίζω προς τα κάτω , κατέρχομαι. Και επειδή κατέρχονταν οι άνθρωποι από το Πίτσι προς τα κάτω ονομάστηκε η περιοχή Ρομπόλο.
  2. Κατά την άλλη εκδοχή η ονομασία Ρομπόλο προέρχεται από τη Ρομπόλαπου σημαίνει ποικιλία κλίματος αμπελιού. Αυτή η ποικιλία φυτών αμπελιού καλλιεργείται συστηματικά στην Κεφαλονιά και παράγεται ο ομώνυμος εύγευστος οίνος, με το όνομα ρομπόλα. Ενδέχεται στην ανωτέρω περιοχή να καλλιεργούσαν την ανωτέρω ποικιλία ρομπόλα από την οποία πήρε και η περιοχή το όνομα Ρομπόλο.

Τα δε Ζιρέλια και τα Τροχάλια οφείλουν τις ονομασίες τους τα μεν πρώτα στην αμφιθεατρική τοποθεσία και στα αρκετά νερά, αρδεύσιμα και πόσιμα, τα δε δεύτερα στη ύπαρξη τροχάλων, χαλικιών, σορών από πέτρες.

Τα Αφεντικά από της συστάσεως σε Δήμους του ελεύθερου Βασιλείου της Ελλάδος με το ΒΔ Βασιλικό διάταγματης 8ης/20-4-1835 μέχρι την αρχή του 1912 αποτελούσαν οικισμό των Πουγκακίων που ανήκε στο Δήμο Ομιλαίων με έδρα το Γαρδίκι.Το 1912 με το Ν. ΔΝΖ(ΦΕΚ 58Α/14-2-1912) του Ελευθερίου Βενιζέλου "περί συστάσεως Δήμων και Κοινοτήτων" επέρχεται ριζική μεταβολή στην τοπική Αυτοδιοίκηση. Το υπάρχον μέχρι τότε Δημοτικό σύστημα Αυτοδιοίκησης μετατρέπεται σε κοινοτικό. Δόθηκε η δυνατότητα σε οικισμούς που είχαν πάνω από 300 κατοίκους  και σχολείο Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως να συσταθούν σε Κοινότητες. Τα Αφεντικά τότε εκπληρούσαν και τους δυο ανωτέρω όρους και έτσι απετέλεσαν απο τότε κοινότητα με την επίσημη ονομασία Κανάλια η οποία εκάλυπτε μια ευρύτερη παραρουστιανίτικη περιοχή με τους παρακάτω οικισμούς: Άνω και Κάτω Κανάλια – Μοναστήρι – Κοντορούπακο – Ντελή – Λακκοπούλα – Άβαρος – Ρομπόλο – Ζιρέλια – Τροχάλια.

Οι κάτοικοι από τα Ρουμιάτικα μετά την απελευθέρωση εγκαταστάθηκαν στα Κανάλια διατηρώντας τα κτήματά τους στην ανωτέρω τοποθεσία. Στη μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΓ σελ. 680, αναφέρεται ότι το έτος 1928 οι κάτοικοι των Καναλίων ανέρχονταν σε 521 άτομα. Η ύπαρξη τόσων κατοίκων σ’ αυτή την περιοχή δικαιολογεί και την ανάπτυξη αυτού του τόπου. Όλοι μαζί οι κάτοικοι του χωριού με την προσωπική τους εργασία στην καλύτερη τοποθεσία του χωριού μας έκτισαν ναό για τις λατρευτικές τους ανάγκες, αφιερωμένο στον Άγιο Αθανάσιο. Βορειοδυτικά του ναού ήταν το νεκροταφείο το οποίο χρησιμοποιούσαν μέχρι το 1940. Μετά το μετέφεραν στη σημερινή τοποθεσία Βαθυλάκκωμα. Οι κάτοικοι των Καναλίων τιμούσαν ιδιαίτερα τον Άγιο Αθανάσιο, τη μνήμη του στις 18 Ιανουαρίου και την ανακομιδή των λειψάνων του Μεγάλου Αθανασίου στις 2 Μαΐου όπου γινόταν και μεγάλο πανηγύρι με συμμετοχή πολλών ανθρώπων από τα γειτονικά χωριά.

Συγκινητικές αναμνήσεις

  • Του Παπαβασίλη (Βασιλείου Σταύρου Αντωνίου).

Κατά τη μαρτυρία του  οι Καναλιώτες που συμμετείχαν στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 είτε ήταν στην πρώτη γραμμή, είτε στα μετόπισθεν επέστρεψαν όλοι στα σπίτια τους σώοι και αβλαβείς. Ήσαν περίπου 70 άτομα. Το γεγονός αυτό το αποδίδουν όλοι στη σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου και στη χάρη και ευλογία του Αγίου Αθανασίου.Την ευγνωμοσύνη τους αυτή τη εξέφραζαν με τη συμμετοχή τους στον εορτασμό της επετείου της 28ης Οκτωβρίου δοξάζοντες τον μεγαλοδύναμο Θεό μας και τιμώντας την Παναγία μας και τον Άγιο Αθανάσιο. Αλλά και στις προσωπικές μας στιγμές, όταν τα σχέδιά μας και οι επιδιώξεις μας δεν πραγματοποιούνταν, όταν οι θλίψεις και οι στενοχώριες μας απογοήτευαν, όταν οι ανάγκες και οι ασθένειες μας γονάτιζαν δεν καταφεύγαμε στον Άγιο και Πολιούχο μας Αθανάσιο ζητώντας τη χάρη και τη μεσιτεία του προς τον Κύριό μας; ο Άγιος Αθανάσιος στάθηκε αθόρυβος βοηθός μας. Μεγάλη η χάρη Του. Πολλοί κάτοικοι του χωριού μας οφείλουν τη σωτηρία και την προκοπή τους στην ευλογία και χάρη του Αγίου Αθανασίου.

  • Του Παπαγιώργη (Γεωργίου Ιωάννου Δερνίκα).

Ο Παπαγιώργης αναφερόμενος στην ημέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940 ενθυμείται όλα όσα γεγονότα διαδραματίστηκαν την ημέρα εκείνη και τα διηγείται με απλότητα και διαύγεια νού.

«Ήμουν τότε 15 χρόνων. Την ημέρα εκείνη πρωϊ-πρωϊ ήχησαν οι καμπάνες στο χωριό μας και στα γειτονικά χωριά διαλαλώντας το μήνυμα του πολέμου και συγχρόνως το διάταγμα της επιστράτευσης τω εφέδρων. Η ανησυχία όλων για την άδικη κήρυξη του πολέμου της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδας ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους αλλά η απόφασή τους για αντίσταση στον ύπουλο εισβολέα γενναία και πεισματική. Άμεσα και βιαστικά όλοι οι επιστρατευμένοι, αφού αποχαιρέτησαν τους δικούς τους ανθρώπους συγκεντρώθηκαν στο χοροστάση του χωριού μας που ήταν έξω από τον Ιερό Ναό του Αγίου Αθανασίου. Εκεί ήταν και το κοινοτικό γραφείο με το τηλέφωνο. Μετά από λίγο χρόνο ήρθαν και άλλοι επίστρατοι από τα γειτονικά χωριά Πουγκάκια, Παλαιοχώρι και Γαρδίκι αποφασισμένοι για το μεγάλο αγώνα. Στους συγκεντρωθέντες επίστρατους ο αείμνηστος δάσκαλος του χωριού μας Αθανάσιος Τσεκούρας ανεβασμένος πάνω σ’ ένα πεζούλι με λόγια πατριωτικά προσπαθούσε να τονώσει το φρόνημά τους. Τους έκανε γνωστό ότι η πατρίδα μας κατά καιρούς δεχόταν παρόμοιες επιθέσεις και οι πρόγονοί μας πάντα πολεμούσαν υπέρ βωμών και εστιών με αυταπάρνηση και κάλεσε όλους τους επίστρατους να εκτελέσουν το καθήκον τους προς την πατρίδα διαβεβαιώνοντας ότι στον άνισο αυτό αγώνα έχουν προστάτη τον Μεγαλοδύναμο Θεό, την Παναγιά και τον Άγιο Αθανάσιο.

Τελειώνοντας την προσφώνησή του ο δάσκαλος Αθανάσιος Τσεκούρας κάλεσε όλους τους επίστρατους να στήσουνε χορό σέρνοντάς τον πρώτος ο ίδιος. Αφού τραγουδήσανε, χορέψανε, κάνανε το σταυρό τους και πήραν το δρόμο μέσα από τον Ρουστιανίτη προς τον Πύργο (Πτελέα) με προορισμό τη Λαμία. Σ’ όλη τους την πορεία αυτή τραγουδούσαν ασταμάτητα. Η σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου και η ευλογία του Αγίου Αθανασίου ήταν πάντα μαζί τους. Μετά την συνθηκολόγηση επέστρεψαν όλοι οι χωριανοί μας στο χωριό»